μοτοσικλέτα

μοτοσικλέτα
motocyclette

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Regardez d'autres dictionnaires:

  • μοτοσικλέτα — Οδικό όχημα με κινητήρα και δύο (ή σπανιότερα τρεις) τροχούς, για μεταφορά προσώπων ή και εμπορευμάτων. Όπως το αυτοκίνητο προήλθε από τις άμαξες, στις οποίες τοποθετήθηκαν κινητήρες ατμού ή εσωτερικής καύσης, έτσι και οι πρώτες μ. γεννήθηκαν από …   Dictionary of Greek

  • μοτοσικλέτα — η (λ. γαλλ.), βενζινοκίνητο δίτροχο όχημα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αυτοκινητοποδήλατο — το η μοτοσικλέτα …   Dictionary of Greek

  • δίκυκλος — ο (AM δίκυκλος, ον) (για σχήματα) αυτός που έχει δύο τροχούς νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το δίκυκλο α) το ποδήλατο β) η μοτοσικλέτα …   Dictionary of Greek

  • κινητήρας — Μηχανή η οποία παράγει μηχανική ενέργεια απορροφώντας ενέργεια άλλης μορφής, συνηθέστερα θερμική, ηλεκτρική ή υδραυλική. Η ποσότητα της απορροφώμενης ενέργειας είναι πάντοτε μεγαλύτερη από την ποσότητα της παραγόμενης, εξαιτίας των απωλειών που… …   Dictionary of Greek

  • μοτοσυκλέτα — και μοτοσικλέτα η τεχνολ. δίτροχο ή, σπανιότερα, τρίτροχο επιβατικό μηχανοκίνητο όχημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. motocyclette < γαλλ. moto (< moteur «κινητήρας») + cyclette (< bicyclette «ποδήλατο»)] …   Dictionary of Greek

  • Βίνσεντ, Τζιν — (Gene Vincent, Νόρφολκ, Βιρτζίνια 1935 – Νιούχολ, Καλιφόρνια 1970). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Αμερικανού τραγουδιστή Βίνσεντ Γιουτζίν Κράντοκ (Vincent Eugene Craddock). Πρωτοπόρος του ροκ εν ρολ, με ένα και μόνο τραγούδι του, το Be Bop A Lula,… …   Dictionary of Greek

  • ποπ-αρτ — (pop art). Σύντμηση του popular art, που καθορίζει την καλλιτεχνική τάση, η οποία δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ λίγο πριν το 1955 από μια αναβίωση του ντανταϊσμού (από όπου προέρχεται και ο χρησιμοποιούμενος σε ορισμένες περιπτώσεις όρος «νεο νταντά»).… …   Dictionary of Greek

  • μοντάρω — μόνταρα και μοντάρισα, μονταρισμένος (λ. ιταλ.), συναρμολογώ μηχάνημα: Μοντάραμε τη μοτοσικλέτα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”